Εκπαίδευση: Κρατώντας αποστάσεις, καταλήγουμε να τις εκμηδενίζουμε.

 

 

Μήπως τελικά πρέπει να αναθεωρήσουμε το πού θέλουμε να φτάσουμε;

Ο φόβος της εξάπλωσης του Κορονοϊού, οδήγησε στο κλείσιμο των σχολείων και σε αυστηρά περιοριστικά μέτρα. Η εκπαίδευση όμως, παρέμεινε ανοιχτή μέσω της εξ αποστάσεως διδασκαλίας και της εκπαιδευτικής τηλεόρασης που πρόσφατα μπήκε στην καθημερινότητά μας κι εκπέμπει από τη συχνότητα της ΕΡΤ. Όσο λοιπόν ο κόσμος ισορροπεί μεταξύ υποχονδρίας και κατάθλιψης, οι εκπαιδευτικοί της χώρας, επιμένουν να τροφοδοτούν τα παιδιά μας, με τα όπλα της γνώσης και της κριτικής σκέψης, ώστε να μπορούν να αντιστέκονται απέναντι στην στείρα μετάδοση πληροφορίας που δέχονται με βίαιο τρόπο καθημερινά από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

Βέβαια, η Ελλάδα φάνηκε ανέτοιμη, ιδίως στην αρχή, να υποστηρίξει αυτή τη μορφή διδασκαλίας και να εντάξει τις Νέες Τεχνολογίες στην εκπαιδευτική διαδικασία, σε αντίθεση με την Κύπρο, που από καιρό πριν, φάνηκε πως είχε στραμμένη την προσοχή της στο μέλλον, προσαρμόζοντας κι αξιοποιώντας τα ψηφιακά μέσα στο σύνολο των εκπαιδευτικών μονάδων της, επιδιώκοντας μια σύγχρονη εκπαιδευτική διεργασία. Η επιτυχία της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης δεν είναι εύκολο να κριθεί, καθώς εξαρτάται από πολλούς και καθοριστικούς παράγοντες, όπως από παιδαγωγικές παραμέτρους, μεθοδολογία, πρόγραμμα κι έναν πολύ καλό σχεδιασμό. Ως εκ τούτου, η ανώμαλη μετάβαση των Ελλήνων εκπαιδευτικών στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση, φέρει αναμενόμενες συνέπειες, όπως τεχνικά προβλήματα, δυσκολίες κατανόησης και χρήσης των ψηφιακών μέσων και μοιραία δυσπιστία κι εκνευρισμό. Αυτή η σύγχυση προϋποθέτει την παρουσία τεχνικού προσωπικού που παραμένει σε θέση επιφυλακής, έτοιμο ανά πάσα στιγμή να επιλύσει κάθε πρόβλημα που προκύπτει.

Παρά το γεγονός πως η εκπαίδευση κρίθηκε απροετοίμαστη ν’ αναλάβει την ευθύνη της εν μέσω της γρίπης, υπάρχουν πολλά φωτεινά παραδείγματα εκπαιδευτικών, οι οποίοι χαίρονται για την επαναφορά της εκπαιδευτικής τηλεόρασης κι αντιλαμβάνονται αυτή την αναγκαστική προσέγγιση των Νέων Τεχνολογιών, ως ευκαιρία, να εκσυγχρονιστεί ή έστω να ανακαινισθεί ένα ξεπερασμένο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο εδώ και πολλά χρόνια προωθεί μια δασκαλοκεντρική, μονότονη στάση που δεν εξελίσσει τους μαθητές και δεν τους οδηγεί στο ν’ αγαπήσουν το σχολείο. Μέσω των Νέων Τεχνολογιών, ο μαθητής καταφέρνει να παράγει ο ίδιος εκπαιδευτική ύλη και να δημιουργεί τη γνώση. Μέσω των ψηφιακών μέσων, επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό η απόλαυση της μάθησης. Είναι άλλωστε γεγονός πως παρά την επικρατέστερη άρνηση των δασκάλων, ιδίως των μεγαλύτερων ηλικιακά, ως προς την τεχνολογία, τα παιδιά μας είναι από νωρίς εξοικειωμένα μαζί της και από μικρή ηλικία έχουν εντρυφήσει.  Οι Νέες Τεχνολογίες στην εκπαίδευση, δεν έρχονται να αντικαταστήσουν τη δια βίου μάθηση, δεν είναι αυτοσκοπός των, ούτε εξανθρωπίζονται. Είναι από νωρίς ενταγμένες στην καθημερινότητα των παιδιών ως γέφυρα, ως εργαλείο για να προσεγγίσουν τη γνώση, αλλά και τη μεταγνώση.

Αξίζει να σημειωθεί πως οι εφαρμογές της διδασκαλίας από απόσταση, έχουν παρουσιαστεί εδώ και αρκετά χρόνια στην εκπαίδευση – Δεν είναι δηλαδή κάτι πρωτόγνωρο. Στην πρώτη τους επαφή, η επικοινωνία εκπαιδευτή – εκπαιδευόμενου ήταν οριακή, καθώς γινόταν με αλληλογραφία και το εκπαιδευτικό υλικό ήταν κυρίως έντυπο. Αργότερα, ακολούθησαν και άλλα μέσα για την παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού όπως το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και οι κασέτες ήχου καθώς και τα video. Όμως και σε αυτή την περίπτωση, η επικοινωνία εκπαιδευτικού – μαθητή ήταν δύσκολη, ενώ δεν υπήρχε καμιά επικοινωνία μεταξύ των εκπαιδευομένων. Στις μέρες μας, χάρη στη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας και της πληροφορικής, η εφαρμογή των Νέων Τεχνολογιών στην εκπαίδευση, δημιουργεί αυτενέργεια και δημιουργικότητα από μεριάς μαθητών, ενισχύοντας την μαθητοκεντρική προσέγγιση διδασκαλίας, ενώ παράλληλα, εμφανίζει επαρκείς προϋποθέσεις για πιο ενεργή παρέμβαση του διδάσκοντα στην μαθησιακή διαδικασία,

Καταλήγοντας, η εκπαίδευση ξεκίνησε ανέτοιμη να διαχειριστεί τον πόλεμο της γρίπης, παρά ταύτα, σύντομα βρήκε τα όπλα να βγει αλώβητη από αυτή την πρόκληση και γιατί όχι και κερδισμένη;! Το ζητούμενο είναι αν υπάρχει από μεριάς εκπαιδευτικών η διάθεση, να θυσιάσουν την ευκολία της συνηθισμένης εκπαιδευτικής λογικής ως προς την κοινή ανάγκη μιας βιώσιμης και σύγχρονης εκπαίδευσης. Άλλωστε μέσω του ψηφιακού γραµµατισµού επιτυγχάνεται ένας απαραίτητος συνδυασµός λειτουργικών δεξιοτήτων που αφορούν την τυπική χρήση της τεχνολογίας, δομικών δεξιοτήτων που έχουν να κάνουν με τη χρήση των νέων δοµών στις οποίες εμπεριέχονται οι πληροφορίες.

Σε αυτό το σημείο να εξηγηθεί πως οι δεξιότητες αυτές συμπεριλαμβάνουν τη χρήση των υπερσυνδέσεων και την αξιολόγηση των πληροφοριών που βρέθηκαν. Τέλος ενισχύονται οι στρατηγικές δεξιότητες, οι οποίες περιλαµβάνουν τη δυνατότητα της ενεργής αναζήτησης πληροφοριών, την ικανότητα της κριτικής ανάλυσης των διαθέσιµων πληροφοριών και τη συνεχή αναζήτηση πληροφοριών σχετικά µε εργασία ή την προσωπική ζωή του μαθητή. Συμπεραίνω λοιπόν, πως αυτή η επαναπροσέγγιση των Νέων Τεχνολογιών στην εκπαίδευση, μειώνει τελικά τις αποστάσεις από το σχολείο του μέλλοντος, στο οποίο θέλουμε να φτάσουμε κι ας λειτουργεί εξ αποστάσεως.

Νικόλαος Παπαδόπουλος,

Εκπαιδευτικός